Μάνος Χατζιδάκις
Μάνος Χατζιδάκις
  • Όνομα:
    Μάνος Χατζιδάκις
  • Ιδιότητα:
  • Γεννήθηκε:
    23 Οκτωβρίου 1925
  • Απεβίωσε:
    15 Ιουνίου 1994
  • Ταινίες με FF:
    19

Κορυφαίος, μοναδικός και αναντικατάστατος στο χώρο της μουσικής σύνθεσης, μουσική ιδιοφυία όπως τον αποκάλεσαν, ο Μάνος Χατζιδάκις άφησε στη χώρα μας μια πολύτιμη και διαχρονική πολιτισμική κληρονομιά. Πέρα όμως από τις μοναδικές μουσικές συνθέσεις του, πολέμιος του «εφησυχασμού» καθώς ήταν και με πολύτιμες φιλίες με ανθρώπους της τέχνης και της διανόησης, ανέλαβε κοινωνικές πρωτοβουλίες που καθιέρωσαν νέο ύφος και έθεσαν νέες βάσεις αντίληψης της τέχνης.
Γεννημένος στην Ξάνθη σε αστική οικογένεια, μετά το χωρισμό των γονιών του, ήρθε το 1932 με τη μητέρα του και την αδελφή του στην Αθήνα. Ωστόσο στην Ξάνθη είχε ήδη εκπαιδευτεί στο πιάνο, στο βιολί και στο ακορντεόν. Αργότερα επεκτείνει τις μουσικές του γνώσεις, παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά μαθήματα στην Αθήνα, ενώ από πολύ νωρίς αρχίζει να γράφει παιδικά ποιήματα και τραγούδια.
Η πρώτη του εμφάνιση σαν συνθέτης έγινε το 1944 με τη μουσική για το θεατρικό έργο “Τελευταίος Ασπροκόρακας” του Αλέξη Σολωμού, που ανέβηκε στο Θέατρο Τέχνης. Με τον Κάρολο Κουν συνεργάστηκε για 15 ακόμα χρόνια, στο διάστημα των οποίων έγραψε τη μουσική σε πολλές αξιόλογες παραστάσεις, σε αρχαίες τραγωδίες και κυρίως σε Κωμωδίες του Αριστοφάνη, προσδίδοντας τους ένα νέο μουσικό ύφος. Παράλληλα έγραφε τραγούδια με κύρια ερμηνεύτρια του την Νάνα Μούσχουρη.
Η πρώτη μουσική που συνέθεσε για τον κινηματογράφο ήταν το 1946 για την ταινία “Αδούλωτοι Σκλάβοι” και στα επόμενα χρόνια συνέθεσε τη μουσική για πολλές ελληνικές και ξένες ταινίες. Η συνεργασία του με την Φίνος Φίλμ ξεκίνησε το 1951 με τη μουσική της ταινίας “Νεκρή Πολιτεία”, και συνεχίστηκε σε 19 ακόμα ταινίες, όπως: “Το Ξύλο Βγήκε από τον Παράδεισο”, “Μανταλένα” και “Λατέρνα, Φτώχεια και Γαρύφαλλο”. Το 1961, ο Χατζιδάκις κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού για “Τα Παιδιά του Πειραιά” από την ταινία “Ποτέ την Κυριακή”, του Ζιλ Ντασέν, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στα 10 εμπορικότερα τραγούδια του 20ου αιώνα.
Τα επόμενα χρόνια, συνεχίζει να γράφει μουσική για ταινίες και θεατρικά έργα και ιδιαίτερα για αρχαία δράματα (Χοηφόροι, Ορέστεια, Μήδεια, Βάκχες, Εκκλησιάζουσες, Λυσιστράτη, Όρνιθες, κ.α.) ενώ την περίοδο 1966-1972 μετακομίζει στην Αμερική, για να ανεβάσει με τον Ζιλ Ντασέν και τη Μελίνα Μερκούρη τη θεατρική διασκευή του “Ποτέ την Κυριακή” με τίτλο “Ίλια Ντάρλινγκ”.
Η επιστροφή του στην Ελλάδα θεωρείται η πιο γόνιμη της καριέρας του, και ανάμεσα στα έργα του που ηχογραφούνται τότε είναι και ο «Μεγάλος Ερωτικός». Μετά την πτώση της χούντας διορίζεται Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Λυρικής Σκηνής, ενώ το 1975, εκτός από τη διεύθυνση της Κρατικής Ορχήστρας, αναλαμβάνει και τη διεύθυνση του κρατικού ραδιοσταθμού «Τρίτο Πρόγραμμα» (1975-81), διαγράφοντας την ποιοτικότερη εποχή της κρατικής ραδιοφωνίας. Αργότερα, οργανώνει μουσικές γιορτές στην Κρήτη και στην Κέρκυρα, ενώ παράλληλα ξεκινά και η συνεργασία του με την Μαρία Φαραντούρη. Το 1989, ο Χατζιδάκις ιδρύει την “Ορχήστρα των Χρωμάτων” με σκοπό να παρουσιάσει έργα που συνήθως δεν καλύπτονται από τις συμβατικές συμφωνικές ορχήστρες. Ο ίδιος διευθύνει την ορχήστρα, δίνοντας 20 συναυλίες και 12 ρεσιτάλ, μέχρι το 1994, όταν ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης περνάει στην αθανασία, αφήνοντας στον χώρο της τέχνης και του πολιτισμού ένα δυσαναπλήρωτο κενό.